Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

Τετράδια βουλγαρικής κατοχής-Ανατολική Μακεδονία 1916-18- Ανακοίνωση ψηφίσματος για την καθιέρωση ημέρας μνήμης θυμάτων Ανατολ. Μακεδόνων του 1916-18



































































Ομιλία Θωμά Π. Πέννα

Χωριστή Δράμας – Κυριακή, 4 Ιουλίου 2010.
● Βιβλιοπαρουσίαση:
«Τετράδια Βουλγαρικής Κατοχής – Ανατολική Μακεδονία 1916 – 18»
● Ανακοίνωση ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ για την καθιέρωση:
«Ημέρας Μνήμης των Ανατολικομακεδόνων Θυμάτων
από τις τότε Βουλγαρικές Αρχές Κατοχής 1916 – 1918».


Αγαπητοί συμπατριώτες Ανατολικομακεδόνες,

Η σημερινή ημέρα είναι ιδιαίτερα σημαντική, τόσο για όλη τη Δράμα όσο και για όλη την Ανατολική Μακεδονία.
Στον ετήσιο εορτασμό σας για την απελευθέρωση του 1913 από την μακραίωνη οθωμανική κυριαρχία και τη μετά από αυτή δεκάμηνη Βουλγαρική κατοχή εντάχθηκε η σημερινή σπουδαία εκδήλωση, με την οποία οι διοργανωτές της και οι αξιότιμοι παρόντες, αλλά και όσοι δεν μπόρεσαν αλλά ήθελαν να παραβρεθούν, ανυψώνουμε και εδώ στη Χωριστή τον δαυλό που ανάψαμε στας Σέρρας, πριν από 3μιση μήνες – στις 15 Μαρτίου – και με τον οποίο όλοι οι Ανατολικομακεδόνες θα αναφλέξουμε τον βωμό που θα στηθεί με την καθιέρωση της Ημέρας Μνήμης των Ανατολικομακεδόνων Θυμάτων από τις τότε Βουλγαρικές Αρχές Κατοχής του 1916 – 1918.

Είναι η πιο σκληρή Βουλγαρική κατοχή για την Ανατολική Μακεδονία, από τις τρεις του πρώτου μισού του 20ου αιώνα:
-η πρώτη, από αρχές Νοεμβρίου 1912 έως αρχές Αυγούστου 1913, που λήγει με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου και τα σύνορα της Ελλάδας φτάνουν στον Νέστο,
-η δεύτερη, από 18 Αυγούστου 1916 έως 29 Σεπτεμβρίου 1918, που φέρνει όλα τα χαρακτηριστικά της γενοκτονίας και μετά την οποία τα σύνορα της Ελλάδας φθάνουν στον Έβρο, και
-η τρίτη (που περιλαμβάνει και τη Θράκη), από Μάϊο 1941 έως Οκτώβριο 1944, σκληρότατη αλλά όχι τόσο εξοντωτική όσο η δεύτερη. Κατά ευτυχή συγκυρία η Ελλάδα μεγαλώνει και πάλι με την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου.
Η δεύτερη αυτή Βουλγαρική κατοχή άρχισε, όπως μόλις ανέφερα, στις 18 Αυγούστου του 1916 με την προέλαση των Γερμανοβουλγάρων, οι οποίοι ξεκίνησαν από το Ρούπελ, που τους είχε παραδώσει αμαχητί στις 27 Μαΐου η Ελληνική Κυβέρνηση των Αθηνών… Στις 26 Αυγούστου μπήκαν στις πόλεις των Σερρών και της Δράμας και κατέλαβαν τα υψίπεδα γύρω από την Καβάλα, την οποία σε λίγες ημέρες η Κυβέρνηση των Αθηνών τούς την παρέδωσε, και πάλι αμαχητί, με το Δ’ Ελληνικό Σώμα Στρατού που την προάσπιζε και που αριθμούσε 400 αξιωματικούς και 6.000 οπλίτες, όλον τον οπλισμό του (ικανά βαρύ) και μεγάλο όγκο πολεμοφοδίων. Σχεδόν όλο αυτό το στράτευμα μεταφέρθηκε στο Γκαίρλιτς της Γερμανίας, όπου κρατήθηκε μέχρι το τέλος του πολέμου σε στρατόπεδο συγκέντρωσης αιχμαλώτων.
Η δεύτερη αυτή κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας (όπως και η τρίτη του 1941 – 1944) παραχωρήθηκε από τους Γερμανούς στους Βουλγάρους με ειδικές συμφωνίες. Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι οι Βούλγαροι, και στις δύο περιπτώσεις, διαφωνούσαν με τον όρο «κατοχή», που είχαν διατυπώσει οι Γερμανοί στα κείμενα των συμφωνιών αυτών, ισχυριζόμενοι ότι τα εδάφη αυτά τους επιστράφησαν ειρηνικά ως ανήκοντα δικαιωματικά σ’ αυτούς!!!
Το επιχείρημα αυτό προβάλλεται και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα από Βουλγάρους ιστορικούς, πολιτικούς και μέγιστο αριθμό πολιτών… επιχείρημα που τροφοδοτεί συνέχεια τη συλλογική βουλγαρική συνείδηση… Ποτέ δεν έπαψαν να κυκλοφορούν βουλγαρικά δημοσιεύματα με κοινή συνισταμένη ότι η Μακεδονία και η Θράκη ανήκουν εθνολογικά στη Βουλγαρία.
Η δεύτερη αυτή Βουλγαρική κατοχή, που διήρκεσε συνολικά 25 μήνες, χωρίζεται σε δύο περιόδους. Και στις δύο, τα μέσα που χρησιμοποίησε η τότε βουλγαρική Κυβέρνηση και οι κομιτατζήδες, για να νοθεύσουν την εθνολογία της περιοχής, ήταν το ίδιο απάνθρωπα, βάρβαρα και καταστροφικά. Η διαφορά τους είναι ότι κατά τη δεύτερη περίοδο, που άρχισε τον Ιούνιο του 1917, επιδεινώθηκε η μέθοδος εξόντωσης με μαζικές πλέον αιχμαλωσίες του ντόπιου ελληνορθόδοξου πληθυσμού και συνεχείς ομαδικές εκτοπίσεις του στα ενδότερα της τότε Βουλγαρικής επικράτειας, όπου υποχρεώνονταν σε εξοντωτική καταναγκαστική εργασία και κτηνώδης συνθήκες διαβίωσης.

Για όλη αυτήν την κατοχή έχουν γραφεί αρκετά.
Κατ’ αρχήν, αμέσως μετά την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας, στις 29 Σεπτεμβρίου 1918, και την ανακατάληψη της Ανατολικής Μακεδονίας από τους Έλληνες, συστήθηκε με εντολή της Ελληνικής Κυβέρνησης Πανεπιστημιακή Επιτροπή, με πρόεδρο τον διακεκριμένο νομομαθή Κωνσταντίνο Ρακτιβάν, η οποία αμέσως, τον Οκτώβριο, μετά από έρευνα και επιτόπια εξέταση συνέταξε Έκθεση για τις Βουλγαρικές εγκληματικές ενέργειες και θηριωδίες.
Στη συνέχεια, αρχές 1919 και με εντολή του Υπουργείου Εξωτερικών, οι εδώ νεοεγκατεστημένες ελληνικές τοπικές αρχές των Νομαρχιών συνέταξαν – για κάθε χωριό, κωμόπολη και πόλη – ονομαστικούς καταλόγους των Ανατολικομακεδόνων, που, κατά τη διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής, απεβίωσαν, εκτοπίστηκαν ή απήχθηκαν, επέζησαν και παλινόστησαν ή παρέμειναν στη Βουλγαρία, πέθαναν εκεί ή αγνοούνταν. Οι πίνακες αυτοί υπάρχουν στα αρχεία της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών και παρ’ όλο ότι η ακρίβειά τους δεν μπορεί να είναι πλήρης – τόσο γιατί τότε ούτε αρκετός χρόνος και ειδικό προσωπικό υπήρξαν, όσο και γιατί ακόμα και τότε (Φεβρουάριος – Μάρτιος 1919) επέστρεφαν εκτοπισμένοι και πρόσφυγες – αποτελούν πολύτιμες πηγές και περιέχουν αυθεντικά στοιχεία για τους ερευνητές.
Υπάρχει επίσης, πλήθος εγκύρων επισήμων εκθέσεων και αναφορών ελληνικών και ξένων Αρχών, όπως π.χ. σε έγκυρο δημοσίευμα του 1919 στο Παρίσι αναγράφεται ότι «… η Ολλανδική Πρεσβεία στη Σόφια υπολόγιζε τους εκτοπισμένους κατά τα έτη 1916 – 1918 Έλληνες της Ανατολικής Μακεδονίας από τους Βουλγάρους σε 70.000, από τους οποίους – κατά επίσημη δήλωση της Βουλγαρικής Κυβέρνησης, που έγινε αμέσως μετά την άνευ όρων συνθηκολόγηση το 1918 – μόνον 12.000 βρίσκονταν στην ζωή»!!! (βλ. Σερραϊκά Χρονικά, Τόμος 6ος Αθήνα 1973 – σελ. 16, υποσ. 1).
Επίσης σπουδαία σημασία, όχι μόνον ιστορική αλλά γενικότερα και πολιτισμική, έχουν οι προσωπικές μαρτυρίες – απομνημονεύματα θυμάτων κυρίως της αιχμαλωσίας και εκτοπισμού στα ενδότερα της Βουλγαρίας, δημοσιευμένες αλλά και αδημοσίευτες.
Τέλος, όλα τα είδη των παραπάνω πηγών περιέχονται στο διεθνούς κύρους ντοκουμέντο, που παρουσιάζουμε σήμερα με τον τίτλο «Τετράδια Βουλγαρικής Κατοχής», στο οποίο θα αναφερθώ και πιο κάτω.
Τις παραπάνω πρωτογενείς ιστορικές κυρίως πηγές χρησιμοποίησαν έλληνες και ξένοι ερευνητές και συγγραφείς, οι οποίοι παρουσίασαν σημαντικές σχετικές ιστορικές μελέτες, έρευνες και εργασίες τους για την σπουδαιότατη, τόσο για την παγκόσμια όσο και την ελληνική ιστορία, αυτή περίοδο του 1916 – 1918.

Όμως είναι αρκετά χρόνια που με έχει εντυπωσιάσει το γεγονός ότι η σημαντικότατη αυτή περίοδος παραλείπεται μόνιμα, απ’ όπου έπρεπε να αναφέρεται.
Στις εθνικές εορτές, μετά το πέρας του εορτασμού, όλοι… μα όλοι – από τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας μέχρι τους Εκπαιδευτικούς μας – αναφέρουν το 1821, το 1912-13, το 1922 και το 1940 – 41. Το ίδιο και οι σχετικές εκπομπές του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης. Το 1916 – 18 ποτέ και πουθενά.. Και δεν είναι μόνο η γενοκτονία των Ανατολικομακεδόνων… Γιατί, όπως ανέφερα παραπάνω, όταν από τις 70.000 εξοντώνονται οι 58.000 – δηλαδή το 82,8% σε 25 μήνες – αν δεν είναι αυτό γενοκτονία, ποιό είναι;!... Είναι και ότι ξεχνάμε ότι μετά την είσοδο της μισής Ελλάδας το 1917 στον πόλεμο έσπασε το Μακεδονικό Μέτωπο υπέρ των Συμμαχικών Δυνάμεων. Έγινε όταν ο Βενιζέλος συγκρότησε τις τρεις Ελληνικές Μεραρχίες – του Αιγαίου, των Κρητών και των Σερρών – και τις έριξε στις μάχες του Σκρά, του Πολύκαστρου και τις άλλες νικηφόρες. Πόσοι όμως τις θυμόμαστε και πόσο τις δοξάζουμε.
31 Μαΐου 1918, ο λόφος Σκρά ντι Λέγγεν οχυρωμένος καλά – και με πυροβολικό – από τον Βουλγαρικό στρατό, ο οποίος ετοιμάζει αντεπίθεση. Το Συμμαχικό στρατηγείο είχε αναθέσει σε τέσσερα ελληνικά συντάγματα το δύσκολο έργο να κρατήσουν πάση θυσία την απέναντι νευραλγική για την Συμμαχική παράταξη θέση. Στη μάχη που ακολούθησε, όχι μόνο την κράτησαν, αλλά κάτω από καταιγισμό των εχθρικών πυρών προήλασαν και κατέλαβαν τον λόφο – κλειδί… Απώλειές μας: Νεκροί εξακόσιοι (600), τραυματίες χίλιοι εφτακόσιοι (1.700).

Και με την ευκαιρία της πρόσφατης βεβήλωσης του θωρηκτού «ΑΒΕΡΩΦ»…
Όλοι διέρρηξαν τα ιμάτιά τους ενθυμούμενοι τις νίκες του το 1912 – 13 και τον ελλιμενισμό του απέναντι από το Ντολμά Μπαξέ. Κανείς, όμως, δεν ανέφερε τη σημαντικότατη συμβολή του στη νίκη των Συμμαχικών Δυνάμεων, το 1917 – 1918, στο Μακεδονικό Μέτωπο, όταν έκλεισε τα στενά των Δαρδανελίων και εμπόδισε τον τουρκικό στόλο να βγει στο Αιγαίο και να εφοδιάσει τους Γερμανοβουλγάρους από τα λιμάνια της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας…
Αξίζει να αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης, λεπτομερούς και αναλυτικής, μελέτης για την επί 90 χρόνια σιωπή για τα γεγονότα της περιόδου αυτής γενικά και ειδικά για την μη αναφορά και μη απόδοση τιμής στη μνήμη των θυμάτων της Βουλγαρικής Κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία.
Οι σπάνιες εξαιρέσεις, όπως εδώ στη Χωριστή, περιορίζονται μόνο στους νεκρούς. Αλλά θύματα, που πρέπει να μνημονεύονται και να τιμούνται, στην περίοδο αυτή της γενοκτονίας δεν είναι μόνον οι νεκροί από τους αιχμαλώτους που εκτοπίστηκαν. Ήσαν όλοι οι Ανατολικομακεδόνες που βρέθηκαν κάτω από τη βουλγαρική κατοχή, είτε εκτοπίστηκαν και πέθαναν ή επέστρεψαν από τα βουλγαρικά κολαστήρια, είτε έμειναν στον τόπο τους και έζησαν τις συλλήψεις, τα βασανιστήρια, την τρομοκρατία, τις αυθαίρετες επιτάξεις, τις εξοντωτικές αγγαρείες, τις ληστείες, τις κλοπές και τις λεηλασίες, τους εκβιασμούς, τους βιασμούς και τις απαγωγές παιδιών και βέβαια τη φοβερή λιμοκτονία. Τέλος θύματα ήσαν επίσης και όσοι κατάφεραν να διαφύγουν έντρομοι πρόσφυγες στην ελεύθερη Ελλάδα, είτε από τις γέφυρες του Στρυμόνα προς Θεσσαλονίκη, είτε από το λιμάνι της Καβάλας με πλοία, αγνοώντας αν θα τους έβγαζαν στον Βόλο, στον Πειραιά ή κάπου αλλού.
Στον αιματοβαμμένο 20ο αιώνα, η προσφυγιά αυτή είναι η δεύτερη ελληνική… Η πρώτη, κι αυτή Βορειοελλαδιτών, μόλις προ τριών ετών, όταν τον Αύγουστο του 1913, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, καθορίστηκαν τα βόρεια σύνορά μας και έμειναν στη Βουλγαρία: Στρώμνιτσα, Πετρίτσι, Μελένικο, Νευροκόπι, Στενήμαχος, Φιλιππούπολη και μέχρι την Ανατολική Θράκη και Ρωμυλία.
Η τρίτη, η μεγαλύτερη, ήταν επακόλουθο της Μικρασιατικής καταστροφής.

Τα θύματα, λοιπόν, αυτά της Βουλγαρικής Κατοχής του 1916 – 1918 – που περιλαμβάνονται σε όλο το εύρος των κοινωνικών στρωμάτων, από ανώτατους άρχοντες (Νομάρχες, Δημάρχους και άλλους ανώτερους κρατικούς λειτουργούς) μέχρι απλούς ανθρώπους του μόχθου και γυναικόπαιδα, και από απλούς Μοναχούς μέχρι Μητροπολίτες – ήρθε επιτέλους η ώρα να τιμήσουμε στο διηνεκές πανηγυρικά και σε όλο το εύρος της Ανατολικής Μακεδονίας.

Πιθανόν να τεθεί το ερώτημα: «Γιατί τώρα;».
Η απάντησή μου είναι ότι η απόδοση τιμής και η μνημοσύνη των θυμάτων εθνικών γενικά και οικογενειακών ειδικότερα αγώνων και γεγονότων είναι αρχέγονος ιερός θεσμός. . . Προέρχεται από φυσικές νοητικές λειτουργίες και μορφοποιείται, με την επίδραση φυσικών ψυχοσυναισθηματικών διεργασιών, σε κοινωνικό θεσμικό νόμο. Μ’άλλα λόγια, αποτελεί την εκπλήρωση φυσικής ανθρώπινης ανάγκης που έχει εξελιχθεί σε παγκόσμια κοινωνική έκφραση.
Η εφαρμογή και η λειτουργία του σταθερού αυτού φαινομένου, δεν έχει χρόνο έναρξης και χρόνο λήξης… δεν έχει χρόνο διάρκειας. .. δεν έχει χρονικό περιορισμό.
Είναι, ακόμα, πάνω κι από περιστασιακές σκοπιμότητες, γιατί είναι θεσμός προαιώνιος, διαχρονικός… και η ευσέβειά μας σ’ αυτόν και το ιερό καθήκον μας για την εφαρμογή και την τήρησή του δεν αποδυναμώνεται ή δεν καταργείται αν για κάποιους λόγους και αιτίες υπάρξει 90χρονη σιωπή…. Γιατί, λοιπόν, να μην επαναφέρουμε και να μην αποκαταστήσουμε τώρα την ιστορική μας μνήμη;!
Με τον Νόμο της Βουλής των Ελλήνων 3218 του Ιανουαρίου 2004, που επικύρωσε ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, καθιερώθηκε η 27η Ιανουαρίου ως ημέρα μνήμης των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του ολοκαυτώματος.
Και ερωτώ: Γιατί εκείνοι (και μπράβο τους) μετά από 60 χρόνια, αριθμητικά λιγότεροι και μάλιστα με Νόμο;! Οι συγγενείς μας που πέθαναν και θάφτηκαν σε σορούς με τους χιλιάδες συμπατριώτες στα κολαστήρια του Κίτσεβο και του Κάρνομπατ, δεν ήταν μάρτυρες; Οι Ανατολικομακεδόνες που πέρασαν τις χειρότερες κτηνωδίες και δεν εκβουλγαρίστηκαν, δεν ήσαν ήρωες; Γιατί όχι κι αυτοί;… Και γιατί όχι τώρα… Οπωσδήποτε είναι καλύτερο από το να θεωρούν, αυτοί που τάχθηκαν να φυλάνε τα εθνικά μας σύμβολα, ως εκδήλωση των «Ποσειδωνίων» την προσφορά υπηρεσιών από πληρωμένα μανεκέν, στις κουκέτες και στο κατάστρωμα του θωρηκτού ΑΒΕΡΩΦ κάτω απ’ τα κανόνια του.
Αυτή τη νοοτροπία που ισοπεδώνει αναίσχυντα και απαξιώνει ανενδοίαστα τα πάντα, για να πουλιώνται μετά εύκολα προς ίδιο οικονομικό όφελος, βλέπουν κάποιοι και δεν χάνουν την ευκαιρία να σχεδιάζουν να παραχωρήσουμε τη Θράκη ή νησιά του Αιγαίου.
Αν όχι τώρα, είναι δείγμα ότι χάνουμε την εθνική αυτογνωσία μας.

Πέρα όμως από τις δικές μου απαντήσεις και θέσεις υπάρχει το ντοκουμέντο που παρουσιάζουμε και σήμερα εδώ από τη Χωριστή και στους Δραμινούς γενικά, το οποίο έριξε τη σπίθα για να φτάσουμε εδώ και την ελπίδα να συνεχίσουμε και να πετύχουμε τον ιερό σκοπό μας.
Το ντοκουμέντο αυτό είναι μια αναφορά, που – εκτός άλλων – περιλαμβάνει επίσημα αποδεικτικά στοιχεία – όπως: δημόσια έγγραφα, κυρίως ελληνικά και βουλγαρικά, ένορκες μαρτυρίες, πρακτικά και πρωτόκολλα (βλ. «Τετράδια Βουλγαρικής Κατοχής», Τόμος 2ος – Δράμα: Πρακτικό Χωριστής, σελ. 241 – 243) – πορίσματα και συμπεράσματα, γραμμένη στη γαλλική γλώσσα σε 640 σελίδες μεγάλου μεγέθους, από Διασυμμαχική Ανακριτική Επιτροπή, η οποία συστήθηκε στην αρχή Ιανουαρίου του 1919 κατόπιν εντολής των νικητριών δυνάμεων, για να ερευνήσει τη συμπεριφορά των βουλγαρικών στρατευμάτων κατοχής της Ανατολικής Μακεδονίας κατά την περίοδο των ετών 1916 – 1918.
Τα μέλη της Επιτροπής – που ήσαν εκπρόσωποι των Κυβερνήσεων του Βελγίου, της Γαλλίας, τα Μεγάλης Βρετανίας, της Σερβίας και της Ελλάδας – αφού επέλεξαν ως βοηθητικά μέλη ανώτερους αξιωματούχους και γραμματείας, άτομα αποδεδειγμένης ικανότητας και εντιμότητας – επισκέφτηκαν επιτόπου, από τις 439 κοινότητες της Ανατολικής Μακεδονίας, τις 339 (λόγω των δυσχερειών στις επικοινωνίες και του οδικού δικτύου) και μετά από αδιάκοπο και επίπονο έργο συνέταξε, τον Απρίλιο του 1919, την αναφορά της αυτή.
Η αναφορά αυτή, με τις συνταρακτικές αποδείξεις, κρίσεις και συμπεράσματά της, είναι καταπέλτης για τη συμπεριφορά των Βουλγάρων σε βάρος των Ανατολικομακεδόνων. Είναι ένα συλλογικό έργο αδιαμφισβήτητου κύρους, ντοκουμέντο διεθνούς εμβέλειας και έχει μέγιστη σπουδαιότητα γιατί επιβεβαιώνει και επικυρώνει αμετάκλητα όλες τις άλλες συλλογικές και ατομικές ελληνικές και ξένες σχετικές αναφορές, εκθέσεις, μαρτυρίες, συγγραφές κλπ. και συμπληρώνει όλες τις διεθνείς μειωτικές και απαξιωτικές διαπιστώσεις για τον χαρακτήρα, τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά των Βουλγάρων.
Να γιατί η προσφορά του κ. Ρουδομέτωφ, να φέρει στην επιφάνεια και στο άπλετο φως της δημοσιότητας το ντοκουμέντο αυτό, είναι μεγάλη … Και σωστά διαμοίρασε την ύλη του σε τρεις τόμους, που αντιστοιχούν στους Νομούς Σερρών, Δράμας και Καβάλας, ώστε ο ενδιαφερόμενος για ένα Νομό να μην επιβαρύνεται με όλο το ογκωδέστατο έργο.

Το ντοκουμέντο αυτό, που κυκλοφόρησε τμηματικά το 2008, έφερε έντονα σε μέλη της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρίας Σερρών – Μελένικου και της Εταιρείας Μελέτης και Έρευνας της Ιστορίας των Σερρών φευγαλέες μνήμες συγγενών και απόμακρων ακουσμάτων, σπαράγματα συγκινητικών αφηγήσεων που ήρθαν και έδεσαν σαν πολύτιμο κόσμημα και αναδύθηκαν σε στέρεη ιστορική μνήμη, που ζήταγε με φορτισμένο συναίσθημα αναγνώριση και δικαίωση.
Έτσι, με την ένθερμη συμπαράσταση και 50 περίπου ευαισθητοποιημένων και πρωτοπόρων Ανατολικομακεδονικών Σωματείων, αρχίσαμε με ένα ΨΗΦΙΣΜΑ, που παρουσιάσαμε στα Σέρρας στις 15 Μαρτίου, όπως προανέφερα.
Τα Σωματεία αυτά, στα οποία συμμετέχουν και εκείνα που διοργανώνουν τη σημερινή εκδήλωση, εκφωνήθηκαν τη βραδιά εκείνη στην κατάμεστη αίθουσα και δημοσιεύτηκαν στις Σερραϊκές εφημερίδες.
Το ΨΗΦΙΣΜΑ, που κι αυτό διαβάστηκε και δημοσιεύτηκε, και στο οποίο μπορούν να συμπαρατάσσονται όσα ακόμα Σωματεία αποφασίσουν, είναι ένα κάλεσμα, μια ευχητήρια κραυγή των απογόνων των θυμάτων προς τις αρμόδιες Αρχές να πράξουν το ιερό τους καθήκον….
Σας το διαβάζω:

ΨΗΦΙΣΜΑ

Τα συμπαρατασσόμενα στο τέλος του παρόντος Νομικά Πρόσωπα

ΕΧΟΝΤΑΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙ

– ότι όλα γενικά τα δεδομένα (Κρατικά Αρχεία και επίσημες Εκθέσεις, διεθνείς έρευνες, αναφορές και συμπεράσματα, αξιόπιστες προσωπικές μαρτυρίες) αποδεικνύουν αδιάσειστα ότι η Βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας, μεταξύ των ποταμών Στρυμόνα και Νέστου (Νομοί Σερρών, Δράμας, Καβάλας), από τον Αύγουστο του 1916 έως και τον Σεπτέμβριο του 1918, σκοπό είχε την εξόντωση του ντόπιου πληθυσμού και τον εποικισμό με βουλγαρικό, ώστε έτσι με τη νόθευση του αυτόχθονος και ακραιφνούς Ελληνικού πληθυσμού να επιχειρηθεί η ενσωμάτωση της εν λόγω περιοχής στο τότε Βουλγαρικό Βασίλειο…
– ότι κορυφαία ενέργεια της προσπάθειας αυτής υπήρξε τον Ιούλιο του 1917 η συγκέντρωση όλων των αρρένων Ελλήνων Ορθοδόξων Ανατολικομακεδόνων (της εν λόγω περιοχής), από ηλικίας 12 έως και πλέον των 65 ετών, και τον Αύγουστο του 1918 μεγίστου αριθμού γυναικοπαίδων και ο εκτοπισμός τους σε διάφορα μέρη της τότε Βουλγαρικής Επικράτειας, όπου, κάτω από απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, υποχρεώθηκαν κυρίως σε καταναγκαστική εξοντωτική εργασία…
– ότι τον Σεπτέμβριο του 1918, και ενώ μαινόταν ο πόλεμος, η τότε Τσαρική Βουλγαρία ζήτησε ανακωχή άνευ όρων, παρέδωσε τα κατεχόμενα εδάφη τής εν λόγω περιοχής και επέτρεψε την επιστροφή των ομήρων, που είχαν επιζήσει έως τότε…
– ότι η επιστροφή αυτή αποτέλεσε νέα οδύσσεια και για πολλούς, από όσους επέζησαν και από αυτή, διήρκεσε πολλούς ακόμα μήνες,

ΚΡΙΝΟΥΜΕ

Ότι σύμφωνα με τις προαιώνιες και πάγιες αρχές του Ελληνικού Πολιτισμού, που αποτελούν και βάσεις του Ευρωπαϊκού, περί απόδοσης τιμής και μνήμης στους νεκρούς, αποτελεί επιτακτικό χρέος της Ελληνικής Πολιτείας να καταγράψει στην ιστορική μνήμη και γνώση
του έθνους τα παραπάνω γεγονότα

ΚΑΙ ΚΑΛΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

τόσο των Δευτεροβάθμιων Αυτοδιοικήσεων των Νομών Σερρών, Δράμας και Καβάλας
όσο και των αντίστοιχων Μητροπόλεων να καθιερώσουν

τη δεύτερη Κυριακή κάθε Σεπτεμβρίου ως
ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΩΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ
ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΟΤΕ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΤΟΧΗΣ 1916-1918,
με εναρκτήρια εκδήλωση την Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010.

ΕΓΙΝΕ ΣΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΣΕΡΡΩΝ – ΔΡΑΜΑΣ – ΚΑΒΑΛΑΣ ΤΟΝ ΜΑΡΤΙΟ ΤΟΥ 2010

Στο σημείο αυτό κάνω δύο διευκρινίσεις:
-Πρώτον, γιατί η Ημέρα Μνήμης να οριστεί Σεπτέμβριο …
Γιατί είναι η πιο σημαντική χρονική στιγμή…. Γιατί τον Σεπτέμβριο του 1918 οι Βούλγαροι, αν και δεν γνώριζαν πότε και υπέρ ποίου θα τέλειωνε ο πόλεμος που μαινόταν - εγκατέλειψαν τους συμμάχους τους Γερμανούς, ζήτησαν άνευ όρων ανακωχή και υπέγραψαν συνθηκολόγηση στη Θεσσαλονίκη στις 29 Σεπτεμβρίου 1918.
Εξάλλου τέλη Ιουνίου – αρχές Ιουλίου εορτάζεται στους τρεις νομούς η απελευθέρωση του 1913. Επίσης τέλη Οκτωβρίου και τέλη Νοεμβρίου εορτάζεται αντίστοιχα το 1940 και η Εθνική Αντίσταση 1941 – 1944. Τέλος ως προς το ποιά Κυριακή του Σεπτεμβρίου, επικράτησε η πρόταση για τη δεύτερη, αλλά ας αποφασιστούν τα άλλα και θα βρεθεί και αυτό.
-Δεύτερον, η απόδοση τιμής και μνήμης των θυμάτων μας, οποιονδήποτε θυμάτων, ποτέ δεν είναι άκαιρη και δεν αποτελεί το επιπολαίως ή υπόπτως λεγόμενο περί «αναμόχλευσης παθών».
Είναι εθνική αναγκαιότητα να καλλιεργείται η ιστορική γνώση και να διατηρείται η ιστορική μνήμη. Εκείνο που αναμφισβήτητα ισχύει είναι ότι: «Λαός που δεν έχει ιστορική μνήμη, δεν έχει μέλλον».
Η απόδοση τιμής και μνήμης είναι επιβεβλημένη εκπλήρωση ευγενών ιδεωδών, όπως επιβεβλημένη υποχρέωσή μας είναι να διαφυλάξουμε την ιερότητα της Ημέρας αυτής από κάθε είδους εκμετάλλευση και πατριδοκαπηλία.

Γι’ αυτό, καλούμε τους Βουλγάρους γείτονές μας, στο όνομα της καλής γειτονίας και της αρμονικής συνύπαρξης στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, να ανοίξουν τα αρχεία τους και να έρθουν να συνεργαστούμε, σε ειλικρινείς και σωστές βάσεις, στην αποσαφήνιση και αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, με αμοιβαίο σεβασμό μέσα στα πλαίσια των Αρχών του πολιτισμού των συγκροτημένων κοινωνιών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και όχι του τυχάρπαστου πλήθους.
Θυμίζουμε ότι η χώρα που στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα αιματοκύλησε δύο φορές την ανθρωπότητα, η Γερμανία, με τόλμη και ξεκάθαρα επιδίωξε να ικανοποιήσει το κοινό περί δικαίου αίσθημα παγκοσμίως, αναγνωρίζοντας τα εγκλήματα του Ναζιστικού καθεστώτος, ζητώντας διεθνώς συγγνώμη γι’ αυτά και μετατρέποντας σε Μουσεία τους τόπους αιχμαλωσίας, βασανισμού και γενοκτονίας.
Θυμίζουμε, επίσης, ότι το 1990 ο Γκορμπατσόφ παραδέχτηκε τη «σοβιετική ευθύνη για το έγκλημα στο Κατύν» και το 1991 ο Γέλτσιν επέτρεψε την πρόσβαση στα Αρχεία της διαβόητης KGB, οπότε επιβεβαιώθηκε ότι η εκτέλεση το 1939 των 17.000 Πολωνών αξιωματικών στο δάσος του Κατύν έγινε από τους Σοβιετικούς. Πρόσφατα τελέσθηκε στο Κατύν μεγάλη επίσημη επιμνημόσυνη τελετή, όπου ήταν παρών και ο Πούτιν.
Θυμίζουμε, επίσης, την πρόσφατη – Μάρτιος του 2010 – απόφαση της Βουλής της Σερβίας, με την οποία – σε μια προσπάθεια να σπάσει τους δεσμούς με το πρόσφατο αιματηρό παρελθόν της και να ανοίξει τον δρόμο προς την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωσή της – ζήτησε επισήμως συγγνώμη για την σφαγή στη Στρεμπρένιτσα 8.000 μουσουλμάνων, κατά την εμφύλια σύγκρουση της δεκαετίας του ’90… Γεγονός το οποίο ήδη το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει χαρακτηρίσει γενοκτονία.
Τέλος, θυμίζουμε την αναγνώριση από την ελληνική πολιτεία το 1994 της γενοκτονίας των Ελλήνων στον Μικρασιατικό Πόντο, το 1998 την αντίστοιχη αναγνώριση για το σύνολο της Μικράς Ασίας και την πρόσφατη αναγνώριση από τις ΗΠΑ και τη Σουηδία της γενοκτονίας των Αρμενίων… Και έπεται συνέχεια, γιατί αυτές οι καταστάσεις ποτέ δεν μπορούν να θαφτούν…
Για να επέλθει «η κάθαρση», τουλάχιστον μια συγγνώμη είναι αναγκαία…
Εμείς θυμίζουμε και καλούμε καλοπροαίρετα και χωρίς εμπάθεια αλλά και απαλλαγμένοι από τη ζημιογόνο ραστώνη που μας κάνει ευάλωτους σε ξένες πιέσεις…
Θυμίζουμε και καλούμε για αμοιβαίο σεβασμό, αλλά με πίστη στο δίκαιό μας και παρρησία, χωρίς αναστολές από άγνοια ή αμφιλεγόμενους δισταγμούς….
Θυμίζουμε, καλούμε και περιμένουμε την απάντηση των γειτόνων μας …
Όλων των γειτόνων μας.

΄Ετσι, φθάνοντας στο τέλος της παρουσίασής μου, εκ μέρους της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Σερρών – Μελενίκου, την οποία εκπροσωπώ σήμερα με ειδική εντολή του Διοικητικού Συμβουλίου της, αλλά και της Εταιρείας Μελέτης και ΄Ερευνας της Ιστορίας των Σερρών, ο άξιος Πρόεδρος της οποίας και τα ικανά και δραστήρια μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της συμπαρίστανται σήμερα εδώ, αποδίδω τιμή και συγχαρητήρια στους διοργανωτές της σημερινής εκδήλωσης: Το Κέντρο Πολιτιστικής Ανάπτυξης Ανατολικής Μακεδονίας, τον Πολιτιστικό και Μορφωτικό Σύλλογο Δοξάτου και τον Μουσικοδραματικό Σύλλογο Χωριστής «Η Αναγεννηθείσα Μακεδονία», καθώς επίσης και τον Δήμο Δράμας, ο οποίος είχε την ευαισθησία να θέσει υπό την αιγίδα του και την εκδήλωση αυτή.
Προσωπικά, θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές για την πρόσκληση εδώ στη Χωριστή και την ανάθεση σε εμένα της σημερινής ανακοίνωσης του ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ, στο οποίο καλούνται να συμπαραταχθούν όλα τα Σωματεία της Ανατολικής Μακεδονίας, και όχι μόνο…
Ευχαριστώ, επίσης, ιδιαιτέρως τον Δήμο του πολύπαθου, ηρωϊκού και πρωτοπόρου Δοξάτου γιατί με τίμησε, ενημερώνοντάς με προσωπικά με την αποστολή Αποσπάσματος των Πρακτικών του Δημοτικού Συμβουλίου του, που περιέχουν την ομόφωνη απόφασή του της 26ης Μαρτίου 2010, με την οποία καθιερώνουν την εν λόγω Ημέρα Μνήμης.

Στις εγκάρδιες ευχές μου προς όλους σας, προτεραιότητα έχει εκείνη για υγεία όλων, ώστε να έχουμε την ευκαιρία της συμμετοχής μας στον εναρκτήριο εορτασμό της καθιέρωσης της Ημέρας Μνήμης των θυμάτων και προγόνων μας.

Στους εορτασμούς αυτούς, εκτός από τυχόν επιμνημόσυνες δεήσεις και καταθέσεις στεφάνων, σπουδαιότατο θα είναι να καθιερωθούν – εναλλάξ στις πρωτεύουσες των Νόμων ή και σε άλλες πόλεις τους, όπως εδώ στη Χωριστή σήμερα – ημερίδες με ομιλίες αρμόδιων επιστημόνων και ανταλλαγές απόψεων για τα γεγονότα της εποχής εκείνης, όχι μόνον τα ιστορικά, αλλά και λαογραφικά – όπως τα συγκινητικά τραγούδια της Χωριστής και των Πύργων, που εύστοχα οι διοργανωτές παρουσιάζουν με την Πρόσκληση – όπως επίσης να παρουσιάζονται περιοδικές εκθέσεις φωτογραφικού υλικού και σχετικών δημοσιευμάτων της εποχής εκείνης, στον ελληνικό και διεθνή τύπο, και σχετικών συγγραμμάτων γενικά.
΄Ετσι, με την παρουσίαση και δημοσίευση, όλων αυτών των ντοκουμέντων θα εκπληρώνουμε το χρέος μας τόσο στους προγόνους μας όσο και στα παιδιά μας, δίνοντάς τους γνώση και παιδεία, και καλλιεργώντας την αναγκαία για την εθνική ύπαρξή μας ιστορική μνήμη.
Ευελπιστώντας στη σύντομη ευόδωση του ευσεβούς σκοπού μας,
σας ευχαριστώ.

97η επέτειος του ολοκαυτώματος του 1913