Πέμπτη 7 Απριλίου 2022

Σπαρμός του Ηλία Τσιτσιμπάση του Δοξατινού!

 

Σπαρμός (καπνοφύτεμα)

Η θαυμάσια νεολαία του χωριού μας, η γλυκιά και κρυφή ελπίδα όλων μας, μπορεί να μην άκουσε διηγήσεις από γιαγιές και παππούδες για τα δύσκολα προπολεμικά χρόνια. Όμως αυτές οι εμπειρίες που έζησαν τότε άφησαν μια παράδοση που για χρόνια πολλά ταλαιπωρούσαν τους παππούδες μας. Καλόν είναι να τα γνωρίζουν. Από τότε πολλά άλλαξαν, επιβεβαιώνοντας τη ρήση του Ηράκλειτου «τα πάντα ρει». Κι αλίμονο αν δεν άλλαζαν τα πράγματα. Οι συνέπειες θα ήσαν τραγικές. Όμως το πέρασμα της ιστορίας αφήνει πίσω του ανεξίτηλα ολόκληρα κομμάτια, μικρά ή μεγάλα, δεν έχει σημασία, που σκιαγραφούν τα ήθη και έθιμα του τόπου μας και που είναι αναγκαίο να μην τα ξεχνάμε. Η σημαντικότητά τους αποδεικνύεται από πολλά παραδείγματα με κορυφαίο το εξής: «Τα ήθη και έθιμα των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, κατέστησαν νόμοι του κράτους». Όπως αναφέρεται στις Αρχές του Αστικού Δικαίου. Εύχομαι να διαβαστούν οι παρακάτω γραμμές για να γνωρίσουν οι νιότεροι  και να ξαναθυμηθούν οι παλαιότεροι τον τιτάνιο αγώνα που έκαναν οι πρόγονοί μας, καλλιεργώντας τα καπνά. Πραγματικοί ήρωες του μόχθου υπερβάλλοντες τους εαυτούς των, προς εξασφάλιση των προς το ζειν. Διάλεξα ένα ξεχωριστό κομμάτι της δουλειάς των, τον ΣΠΑΡΜΟ των καπνών. Αν και ο όρος είναι αδόκιμος καθόσον έχουμε φύτεμα και όχι σπορά, αλλά έτσι επικράτησε, να αποκαλείται και σεβόμενοι την παράδοση το αφήνουμε ως έχει. Ο σπαρμός απαιτούσε 16 ώρες εργασίας από το 24ωρο. Καλά διαβάσατε. Από όρθρου βαθέος μέχρι βαθείας νυκτός. Από το χάραμα μέχρι το νύχτωμα και όπως προσφυώς και χαριτολογώντας είπε ο μακαρίτης Κυριάκος Τοπαρλάκης, χαρισματικός καλαμπουρτζής και πολύ αγαπητός συμπολίτης μας. «στο σπαρμό οι Δοξατινοί φωτογραφίζουν τον ουρανό 16 ώρες το 24ωρο λόγω της σκυφτής θέσεως του σώματος του με το μπασκί στο χέρι να ανοίγει οπές στο έδαφος για την υποδοχή των φυτών στο αφράτο χώμα, που είχαν ανοιγεί προηγουμένως με την τσάπα. Στη συνέχεια ο ποτιστής με το ποτιστήρι ποτίζει τα νεαρά φυτά, Φαίνεται ειδυλλιακή η περιγραφή αλλά η πραγματικότης είναι πολύ διαφορετική. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε η αφθονία των νερών από το Μπουνάρμπασι, ούτε οι σημερινές γεωτρήσεις. Στον κάμπο υπήρχαν διάσπαρτα πηγάδια και κανά- δυο γκιόλια (πρόχειρες υδατοδεξαμενές) από όμβρια ύδατα, που βοηθούσαν σημαντικά στο πότισμα των φυτών. Ποιος δεν θυμάται από τους μεγαλυτέρους τις σούστες μέσα στα γκιόλια να γεμίζουν τις μπόμπες (σιδερένια βαρέλια) και τον Ντορή (άλογο) να βάζει τα δυνατά του με τη βοήθεια του αφεντικού του να ξεκολλήσει τη σούστα  από τη λάσπη του πυθμένα. Αναγκαίον κακόν, αλλά η δουλειά το απαιτούσε. Καιρός για μια ακόμη ανάσα δεν υπήρχε, μοναχά το γιόμα, για μια σύντομη κουταλιά φαγητού, κι αυτό λιτό και εύπεπτο. Ήταν γεύμα ανάγκης, να στυλωθούν λιγάκι. Το απαιτούσε το είδος της δουλειάς. Άπλωμα του τραπεζομάντηλου και πάνω του ένα είδος ευρύχωρος τέντζερης με γιαούρτι, όπου έβαζαν δροσερό νερό από τη στάμνα για να γίνει το γνωστό «αριάνι» (αραίωση γιαουρτιού) και μετά κομμάτια ψωμιού. Τα κουτάλια είχαν την τιμητική τους. Ανεβοκατέβαιναν σε ρυθμό βολών κατά ριπάς. Τα πιάτα ήταν πολυτέλεια, ο χρόνος πιεστικός. Τα πρόσωπα των εργατών αλλοιωμένα από την προσπάθεια και τη σκόνη, της τσάπας που τράβαγε τα αραλίκια ή από κάποιο απρόσμενο αεράκι. Φαίνεται απίθανο ή και αστείο, όμως είναι πέρα ως πέρα αληθινό. Βιαστικά τελειώνει το γεύμα γιατί τα πικρόχορτα δεν μπορούσαν να περιμένουν μέσα στη λάβα του καλοκαιριού. Αποζητούσαν σαν τρελά σταγόνες δροσιάς από το ποτιστήρι του δουλευτή. Και να δείτε πως σπάνια λαθεύουν . όλα πιάνουν με την πρώτη. Γι’ αυτό οι Δοξατιανοί τα έλεγαν διαόλια και σατανάδες για την ανθεκτικότητά τους. Αν το μεροκάματο του τρόμου δεν ωχριά μπροστά στο 16ωροτου μαρτυρίου των καπνοκαλλιεργητών, τότε ποιο είναι; Πολλά λέγονται για τα ολέθρια αποτελέσματα του καπνού, σήματα κινδύνου για την υγεία προβάλλουν  από παντού κι η επιστήμη έχει δίκιο, όμως η σημερινή μας αφήγηση σκοπόν έχει να σας θυμίσει ένα κομμάτι της αλλοτινής ζωής του όμορφου χωριού μας και προπαντός να τιμήσει τους ήρωες συμπατριώτες, τότε και τώρα, που αναλίσκονται ολοχρονίς στη βασανιστική και κοπιαστική καλλιέργεια του καπνού, που όμως τους παρέχει τα προς το ζειν. Συγκρίνατε τις τωρινές ευκολίες με τις τότε δύσκολες συνθήκες και θα βγάλετε τα αναγκαία συμπεράσματά σας. Να είστε υπερήφανοι για τους προγόνους σας, που τους αξίζει κάθε έπαινος και τιμή. Είναι οι αφανείς ήρωες καπνοκαλλιεργητές που δημιούργησαν τα θεμέλια της κοινωνίας. Ας τους αφιερώσουμε ετούτη την περιγραφή τιμής ένεκεν.

«Με την ευκαιρία των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς εύχομαι σε σας προσωπικά και σε όλους τους αγαπητούς συμπατριώτες που ασχολούνται με κέφι για την έκδοση της εφημερίδας μας

Χρόνια πολλά με υγεία και προκοπή»

Καλή χρονιά

Με ειλικρίνεια

Ηλίας Τσιτσιμπάσης

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου